
Να φύγω
εκεί στο όρος των αγίων
σε μια καλύβα πλάι στο απέθαντο γαλάζιο
μέρα και νύχτα να προσεύχομαι
σε μια εικόνα του Ναζωραίου
σε μια εικόνα της Μαρίας της σιωπής
να βρώ την ψυχή μου
μ’ ένα τριμμένο ράσο
μ’ ένα πιάτο φακή
ν ’ακούω το κύμα να λυσσομανά στα βράχια
ν ‘ακούω το χειμώνα να μαστιγώνει γκρεμό
τη διαφάνεια και το απέραντο του ουρανού
τα καλοκαίρια να κοιτάζω
το χέρι μου να απλώνω για ν ’αγγίξω το Θεό
εκεί ψηλά
τα αστέρια να μαζεύω τις βραδιές στο προσκεφάλι μου.
Μονάχα δάκρυα και βροχές
και τίποτα άλλο να μη μ ’ακουμπά.
Μονάχα ένα αγριολούλουδο στο χάος
να θυμίζει τα παλιά.
Και τίποτα άλλο.
Τίποτα.
(Αντώνης Πυροβολάκης - Ποιητής)
εκεί στο όρος των αγίων
σε μια καλύβα πλάι στο απέθαντο γαλάζιο
μέρα και νύχτα να προσεύχομαι
σε μια εικόνα του Ναζωραίου
σε μια εικόνα της Μαρίας της σιωπής
να βρώ την ψυχή μου
μ’ ένα τριμμένο ράσο
μ’ ένα πιάτο φακή
ν ’ακούω το κύμα να λυσσομανά στα βράχια
ν ‘ακούω το χειμώνα να μαστιγώνει γκρεμό
τη διαφάνεια και το απέραντο του ουρανού
τα καλοκαίρια να κοιτάζω
το χέρι μου να απλώνω για ν ’αγγίξω το Θεό
εκεί ψηλά
τα αστέρια να μαζεύω τις βραδιές στο προσκεφάλι μου.
Μονάχα δάκρυα και βροχές
και τίποτα άλλο να μη μ ’ακουμπά.
Μονάχα ένα αγριολούλουδο στο χάος
να θυμίζει τα παλιά.
Και τίποτα άλλο.
Τίποτα.
(Αντώνης Πυροβολάκης - Ποιητής)